ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ / Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2025, 08:30 / Συν 1

Οι λόγοι που η παραοικονομία στην Ελλάδα φτάνει στο 20,9% του ΑΕΠ, σχεδόν διπλάσια από αυτήν της Γερμανίας ή της Ιρλανδίας και το «φάρμακο» της ψηφιακής μετάβασης.

Στην Ελλάδα κυκλοφορεί μαύρο χρήμα ύψους 45 έως 50 δισ. ευρώ. Πρόκειται για το 1 στα 5 ευρώ του ΑΕΠ που παραμένει εκτός ραντάρ της Εφορίας παρά τη μεγάλη ψηφιακή πρόοδο και τις συνεχείς παρεμβάσεις κατά της φοροδιαφυγής. Τα νέα στοιχεία του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) αποτυπώνουν το μέγεθος του προβλήματος: η παραοικονομία στην Ελλάδα φτάνει στο 20,9% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 3,3 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε., που διαμορφώνεται στο 17,6%.

Η χώρα εξακολουθεί να βρίσκεται ανάμεσα στην Ιταλία και την Πολωνία, δηλαδή στις υψηλότερες θέσεις της Ευρώπης. Το εντυπωσιακό είναι ότι, παρά τη σημαντική μείωση κατά 7,3 ποσοστιαίες μονάδες από το 2003, η παραοικονομία στην Ελλάδα παραμένει σχεδόν διπλάσια από αυτή της Γερμανίας ή της Ιρλανδίας.

Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι κάθε χρόνο χάνονται για το Δημόσιο πόροι ίσοι με δύο ετήσιες δόσεις του επιδόματος θέρμανσης, ένα πακέτο 1,7 δισ. ευρώ ελαφρύνσεων ή μια γενναία αύξηση σε μισθούς και συντάξεις. Οι πρώτες πραγματικές νίκες κατά της φοροδιαφυγής τα τελευταία δύο χρόνια μέσω των ψηφιακών διασταυρώσεων και της ηλεκτρονικής τιμολόγησης ήταν εκείνες που άνοιξαν τον δρόμο για τις φετινές έξτρα παροχές των 600 εκατ. ευρώ και τη διαμόρφωση του νέου χώρου για μειώσεις φόρων από το 2026.

Σιωπηρή αδικία

Αν δει κανείς την εικόνα από την αντίθετη πλευρά, η φοροδιαφυγή είναι εκείνη που επιβαρύνει τους συνεπείς φορολογούμενους, δημιουργώντας μια σιωπηρή αδικία που στερεί από το Δημόσιο πολύτιμα έσοδα για την υγεία, την παιδεία και το κοινωνικό κράτος. Η νέα μελέτη του ΚΕΠΕ επιβεβαιώνει ότι η Ελλάδα έχει το υψηλότερο επίπεδο ανεπίσημης οικονομικής δραστηριότητας μεταξύ των χωρών της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης.

Το 2022 η παραοικονομία ανήλθε σε 20,9% του ΑΕΠ, δηλαδή σε ποσό πάνω από 45 δισ. ευρώ που κινείται στην γκρίζα ζώνη. Στην εικοσαετία 2003-2022 το μέσο επίπεδο της παραοικονομίας στη χώρα ήταν 23,7% του ΑΕΠ, ενώ στην Ιρλανδία και στη Γερμανία μόλις 12% και 12,3% αντίστοιχα. Ακόμη και σε σύγκριση με χώρες με παρόμοιες οικονομικές συνθήκες, όπως η Ιταλία (21,5%), η Πορτογαλία (18,5%) και η Ισπανία (18,7%), η Ελλάδα εμφανίζει υψηλότερες τιμές.

Το μόνο ενθαρρυντικό είναι ότι από το 2018 και μετά, χάρη στις ψηφιακές μεταρρυθμίσεις, το ποσοστό έχει αρχίσει να υποχωρεί σταθερά. Ενα από τα πλέον θετικά παραδείγματα είναι το πεδίο του ΦΠΑ. Εκεί όπου η Ελλάδα είχε κάποτε από τα χειρότερα ρεκόρ στην Ευρώπη, με απώλειες που ξεπερνούσαν το 30% των δυνητικών εσόδων, σήμερα το «κενό ΦΠΑ» έχει περιοριστεί στο 13,7% και βαδίζει προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 5%. Η πρόοδος αυτή δείχνει ότι η ψηφιακή διαφάνεια αποδίδει και γι’ αυτό το οικονομικό επιτελείο επιδιώκει να τη γενικεύσει.

Οι λόγοι

Το ΚΕΠΕ αναλύει και τους λόγους που κρατούν τη χώρα ψηλά στην παραοικονομίαΟ βασικότερος είναι η αυτοαπασχόληση. Το ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων στην Ελλάδα συμβάλλει κατά 37,6% στη διαμόρφωση του συνολικού μεγέθους της παραοικονομίας, έναντι 31% στην Ιταλία, 31,1% στην Πορτογαλία και 23,8% στην Ισπανία. Με άλλα λόγια, όσο υψηλότερη είναι η αυτοαπασχόληση τόσο μεγαλύτερος είναι και ο κίνδυνος μη δήλωσης εισοδημάτων.