ΝΕΑ

Μίκης Θεοδωράκης: Σαν σήμερα

 

«Όταν διευθύνω την ορχήστρα φοράω μαύρα, γίνομαι ο “παπάς της δημοκρατίας”, αυτός είναι ο δικός μου ρόλος, χρησιμοποιώ τα χέρια μου σαν να αγκαλιάζω τους πάντες και τραγουδάει όλος ο κόσμος μαζί μου. Αν είστε στον σωστό δρόμο που πιστεύω, εγώ θα είμαι κοντά σας».

 

 

Ένας Μεγάλος Έλληνας

 

Ο Μίκης Θεοδωράκης γεννήθηκε στη Χίο το 1925. Η μητέρα του ήταν από το Τσεσμέ της Μικράς Ασίας και ο πατέρας του Κρητικός, από τον Γαλατά Χανίων ανώτερος δημόσιος διοικητικός υπάλληλος, πολιτικοποιημένος στην πλευρά των βενιζελικών. Οι δυο τους γνωρίστηκαν στα Βουρλά, όπου είχε αποσπαστεί την περίοδο της ελληνικής αρμοστείας λίγο πριν από την Καταστροφή, και όταν ξέσπασε το κακό, μαζί πέρασαν απέναντι με βάρκα για να σωθούν και να κάνουν νέο ξεκίνημα.

Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε σε διάφορα μέρη ανά την Ελλάδα, καθώς ο πατέρας έπαιρνε συνεχείς μεταθέσεις. Έτσι, πέρασε από τη Μυτιλήνη, τη Σύρο, την Αθήνα, τα Γιάννενα, όπου γεννήθηκε ο μικρότερος αδελφός του, Γιάννης, το Αργοστόλι, τον Πύργο Ηλείας, την Πάτρα, την Τρίπολη. Απ’ όλα τα μέρη είχε αναμνήσεις, γι’ αυτό διηγούνταν καταλυτικά συμβάντα, επιρροές αλλά και τρομερές εμπειρίες από το καθένα.

 

 

Το όνομα Μίκης το πήρε από έναν θείο του διπλωμάτη από την Αλεξάνδρεια, ο οποίος δεν θεωρούσε το βαφτιστικό «Μιχάλης» αντάξιο του ανιψιού του. Προφανώς συμφώνησαν και οι γονείς κι έτσι με αυτό το όνομα πορεύτηκε από μικρό παιδί και με αυτό έμελλε να κάνει την καριέρα που έκανε και να γίνει γνωστός σε ολόκληρο τον κόσμο.

 

Η μύηση στη μουσική

 

Τα πρώτα του ακούσματα ήταν τα ριζίτικα που έλεγε ο παππούς του, αλλά ήταν στο Αργοστόλι που ήρθε σε επαφή με την ιταλική μουσική κουλτούρα, χάρη στη Φιλαρμονική Ορχήστρα, μέσω της οποίας στράφηκε το ενδιαφέρον στη μουσική. Στην Πάτρα γράφτηκε στο ωδείο, απέκτησε το πρώτο του βιολί και άρχισε να συνθέτει τα πρώτα του έργα. Ήταν 12 ετών όταν έγραψε ένα παιδικό τραγούδι, για να ακολουθήσουν κι άλλα.

Το διάστημα που ζούσε στην Τρίπολη του προέκυψε ακόμα και εκκλησιαστική σύνθεση, ως βαθιά θρησκευόμενου, οπαδού του «αγαπάτε αλλήλους» ‒ αργότερα θα ανακάλυπτε στον μαρξισμό. Εκεί άκουσε για πρώτη φορά τον όρο «κομμουνισμός», όταν ένας καθηγητής του τού ζήτησε να γράψει μια εργασία εναντίον του. Εκεί ήταν που βίωσε, έφηβος, εν μέσω Κατοχής, τα πρώτα του βασανιστήρια στην καραμπινιερία από τους Ιταλούς. Ο πατέρας του, όμως, τον έσωσε.

Ήταν 17 όταν το 1942, παρακολουθώντας μια γερμανική ταινία ‒η μόνη διασκέδαση μέσα στη μαυρίλα της εποχής‒, άκουσε την 9η Συμφωνία του Μπετόβεν. Ένιωσε σαν να τον διαπέρασε κεραυνός και πήρε την απόφαση ότι τέτοια μουσική ήθελε να γράφει στο εξής. Αλλά έπρεπε να μελετήσει και να σπουδάσει. Έτσι, το καλοκαίρι του ’43 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για να παρακολουθήσει μαθήματα στο Κρατικό Ωδείο με δάσκαλο τον διευθυντή της ΚΟΑ, Φιλοκτήτη Οικονομίδη. Αμέσως ήρθαν τα πρώτα έργα δωματίου, αλλά παράλληλα ανακάλυψε την εθνική αντίσταση. Από εθνικιστής της νεολαίας του Μεταξά που ήταν ως ένθερμος πατριώτης, εισχώρησε στην ΕΠΟΝ και έγινε διαφωτιστής.

Εκεί γνώρισε και ερωτεύτηκε το 1944 τη φοιτήτρια Ιατρικής Μυρτώ Αλτίνογλου. Εκείνος ήταν 19 κι εκείνη έναν χρόνο μικρότερη, στα 18.

 

«Το καλοκαίρι θα θερίσουμε»

 

 

Το 1945, αναζητώντας νέους καλλιτέχνες στον χώρο της ΕΠΟΝ, ανακάλυψε ένα παιδί για το οποίο είχε μάθει ότι έγραφε μουσική στο βουνό, τον Μάνο Χατζιδάκι. Έγιναν από την πρώτη στιγμή αχώριστοι φίλοι και συνεργάστηκαν στους Ενωμένους Καλλιτέχνες για την παράσταση του Αλέξη Δαμιανού «Το καλοκαίρι θα θερίσουμε».

Μάρτυρας των Δεκεμβριανών του 1944, συμμετείχε στη μεγαλειώδη συγκέντρωση στο Σύνταγμα, κραδαίνοντας μια ελληνική σημαία βουτηγμένη στο αίμα σκοτωμένων συντρόφων του. Εκείνη τη μέρα όντως απειλήθηκε η ζωή του ‒ δεν ήταν η πρώτη φορά που αντίκρισε τον θάνατο από τόσο κοντά ούτε και η τελευταία, αφού αργότερα υπήρξαν αναρίθμητες περιπτώσεις που σώθηκε από θαύμα. Η ζωή στην παρανομία ήταν για πολλά χρόνια συνήθης συνθήκη.

Στις μαζικές συλλήψεις του 1947 τον συνέλαβαν και τον έστειλαν στην Ικαρία. Λίγο αργότερα αφέθηκε ελεύθερος χάρη στη γενική αμνηστία του Θεμιστοκλή Σοφούλη. Αμέσως μπήκε στον ένοπλο αγώνα, συνεργαζόμενος με τον Δημοκρατικό Στρατό Αθηνών, και για μήνες αναγκαζόταν να κρύβεται σε σπίτια φίλων για να μην τον πιάσουν. Σε μια Αθήνα που εν μέσω Εμφυλίου πολιτικά έβραζε, ο Χατζιδάκις ήταν από τους λίγους που εμπιστευόταν και ο οποίος του πρόσφερε χώρο για να κοιμάται χωρίς να κινδυνεύει. Ήταν εποχές μεγάλου μίσους και μαύρης αντίδρασης, δεν ήξερες ποιος θα κατέδιδε ποιον, αδελφός αδελφό και φίλος τον αδελφικό του φίλο.

Μέχρι που τον Ιούλη του ’47 συνελήφθη ξανά και στάλθηκε εν νέου εξορία στην Ικαρία, σε καθεστώς πειθαρχημένης διαβίωσης. Εκείνο το διάστημα αποδείχθηκε ιδιαίτερα γόνιμο, καθώς έγραψε 61 συμφωνικά έργα. Επόμενος σταθμός ήταν η Μακρόνησος, μια ανθρώπινη κόλαση. Κι όμως, μέσα στις κακουχίες και στα βασανιστήρια, συνέχισε να γράφει μουσική. Τα ρεμπέτικα που άκουγε εξόργιζαν τους ιθύνοντες του Κόμματος, οι οποίοι τα θεωρούσαν περιθωριακής προέλευσης, γι’ αυτό δεν ήθελαν να συνδέονται με αυτά. Εκείνος τα υπερασπιζόταν, καθώς μέσα από αυτά ανακάλυπτε το αυθεντικό λαϊκό τραγούδι. Παράλληλα, εκεί γνώρισε και συνδέθηκε με μερικούς από τους μελλοντικούς συνεργάτες του, συμπεριλαμβανομένου του Γρηγόρη Μπιθικώτση.

 

 

Η ποίηση

 

Μια μέρα του 1959, πίνοντας καφέ στου Λουμίδη με τον Χατζιδάκι, τον πλησίασε ο Ελύτης, λέγοντάς του πόσο εντυπωσιασμένος ήταν από τη δουλειά που είχε κάνει με το έργο του Ρίτσου. «Ολοκληρώνω ένα μεγάλο ποίημα. Θα ήθελα να το διαβάσεις» του είπε. Ένα από τα πρώτα αντίτυπα του «Άξιον Εστί» έφτασε έναν μήνα μετά στο σπίτι του Μίκη, στο Παρίσι, κι εκείνος, όπως συνήθιζε να λέει, το «καταβρόχθισε». Ένιωσε ότι μέσα από τους στίχους του ξεπεταγόταν όλη η Ελλάδα. Ολοκλήρωσε τη μελοποίησή του μέσα σε μία εβδομάδα. Εντούτοις, άργησε να το παρουσιάσει, καθώς δεν είχε καταλήξει στη μορφή με την οποία θα το παρουσίαζε. Το ήθελε λαϊκό, αλλά συγχρόνως ορατόριο.

Εκείνη ακριβώς την περίοδο ο Νίκος Γκάτσος, γοητευμένος από τη Μυρτώ, έγραψε το τραγούδι «Μυρτιά», το οποίο ερμήνευσε μια άγνωστη μέχρι εκείνη στιγμή νέα τραγουδίστρια, η Γιοβάννα, κάνοντάς το μεγάλη επιτυχία, αν και είναι πιο γνωστό με ερμηνεύτρια τη Μαίρη Λίντα. Το ίδιο συνέβη και με το άλλο τραγούδι του δίσκου των 45 στροφών, το «Αν θυμηθείς τ’ όνειρό μου», επίσης του Γκάτσου, βασισμένο σε μελωδία της ταινίας «Les amants de Teruel» του Raymond Rouleau.

Παρότι θεωρούσε τροχοπέδη για την εξέλιξή του στη συμφωνική μουσική την ενασχόλησή του με το λαϊκό τραγούδι, πίστευε ότι συνέβαλε με τον τρόπο του στη βελτίωση της μουσικής παιδείας του ελληνικού λαού. Ως εκ τούτου, τραγούδια του ερμήνευσαν μεγάλα ονόματα της εποχής, όπως ο Καζαντζίδης, η Μαρινέλλα, η Μαίρη Λίντα, ο Πάνος Γαβαλάς, η Πόλυ Πάνου και η Γιώτα Λύδια.

Στους μεγάλους ποιητές προστέθηκε και ο Σεφέρης. Γνωρίστηκαν το 1962 στο Λονδίνο, όπου ο νομπελίστας ποιητής υπηρετούσε ως πρέσβης της Ελλάδας και ο Μίκης βρέθηκε για μια αναβίωσης της «Αντιγόνης» στο Covent Garden. Έβαλε στον Σεφέρη να ακούσει τον «Επιτάφιο» με τη Μούσχουρη για να τον δελεάσει κι εκείνος του έδωσε όλα του τα βιβλία εν λευκώ, να τα κάνει ό,τι θέλει.

Η ερμηνεία των ποιημάτων του κύκλου τραγουδιών «Επιφάνεια» (ανάμεσά τους δημοφιλή τραγούδια, όπως το «Στο περιγιάλι το κρυφό») από τον Μπιθικώτση ξένισε τον αστό διπλωμάτη, αλλά, όταν είδε με τα μάτια του την τεράστια απήχηση που είχε στο πλατύ κοινό, να τραγουδιέται μαζικά απ’ όλους στις ταβέρνες της Πλάκας, η ικανοποίησή του ήταν τεράστια. Ακολούθησε το «Μάουτχαουζεν» το 1965, ερμηνευμένο συγκλονιστικά από τη Μαρία Φαραντούρη και εμπνευσμένο από την εμπειρία του Ιάκωβου Καμπανέλλη στο ομώνυμο στρατόπεδο συγκέντρωσης όπου φυλακίστηκε, και η «Ρωμιοσύνη» σε ποίηση Ρίτσου ‒που έγραψε μετά τα Ιουλιανά και με αφορμή μια άγρια σύγκρουση με την αστυνομία κατά τα Θεοφάνεια του 1966‒, μεγάλη επιτυχία, πάλι με τον Μπιθικώτση. Τέλος, λίγο πριν γίνει δικτατορία, έκανε τα «Θαλασσινά Φεγγάρια» σε στίχους του Νίκου Γκάτσου και ερμηνεία του Μπιθικώτση και της Βίκυς Μοσχολιού ‒ το καθεστώς το απέσυρε αμέσως.

 

Η «’Εξοδος» του Μίκη

 

Ο Μίκης Θεοδωράκης φεύγει την Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021 και ώρα 08.35′ από καρδιοαναπνευστική ανακοπή αναφέρεται στην προσωπική ιστοσελίδα του.

H είδηση του θανάτου του Μίκη Θεοδωράκη, ενός μύθου του ελληνικού τραγουδιού, έγινε γνωστή νωρίς το πρωί της Πέμπτης και σκόρπισε θλίψη σε όλη την Ελλάδα και όχι μόνο.

 

Ο Μίκης Θεοδωράκης έφυγε σήμερα Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021 και ώρα 08.35′ από καρδιοαναπνευστική ανακοπή», αναφέρεται στην προσωπική ιστοσελίδα του.

Ο άνθρωπος που συνδέθηκε με τις σημαντικότερες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας, ο αστείρευτος μουσικοσυνθέτης και ακατάβλητος αγωνιστής, άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στην οδό Επιφανούς 1, στην περιοχή του Μακρυγιάννη. Ο Μίκης Θεοδωράκης «έφυγε» σε ηλικία 96 ετών για τη συνοικία των αγγέλων, αφήνοντας πίσω του ανεκτίμητη παρακαταθήκη.

 

Το σύνολο του ελληνικού λαού δεν έπαψε να αγαπά τα τραγούδια του και είτε να παραβλέπει λόγω ηλικίας τις αμφιλεγόμενες θέσεις του είτε να συμφωνεί μαζί του. Οι καμπάνες θα σημαίνουν παντοτινά!!!

 

hlektragr

Recent Posts

Δήμος Ξυλοκάστρου : Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Βάδην 10χλμ το Σάββατο 11 Μαΐου 2024.

Με υπερηφάνεια ανακοινώνουμε ότι ο Δήμος μας φιλοξενεί το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Βάδην 10χλμ το Σάββατο…

15 ώρες ago

Λουτράκι: Απόπειρα βιασμού 17χρονης από 30χρονο – Την άρπαξε από τα μαλλιά

Μάχη για να ξεφύγει από τα χέρια του επίδοξου βιαστή της έδωσε μία 17χρονη στο…

15 ώρες ago

Κόρινθος: Τον πιάσανε να κλέβει μπαταρίες

Συνελήφθη την Τρίτη 7 Μαΐου το μεσημέρι, στην Κόρινθο, από αστυνομικούς του Τμήματος Ασφάλειας Κορίνθου,…

15 ώρες ago

Επιμελητήριο Κορινθίας – Πρόσκληση σε εκδήλωση

Το Επιμελητήριο Κορινθίας σας προσκαλεί στην εκδήλωση με τίτλο: “Δεν είναι αγάπη ο πόνος και…

15 ώρες ago

Παρουσίαση χορών παραδοσιακών χορών της Λαμπρής διοργανώνει ο Πολιτιστικός Σύλλογος Λουτρακίου

Κυριακή 12 Μαΐου 2024 (Κυριακή του Θωμά) Ι.Ν Παναγίας Γιάτρισσας, Λουτράκι

15 ώρες ago

Συνδιοργανώτρια του Διεθνούς νεανικού Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος Κορίνθου η Περιφέρεια Πελοποννήσου

Συνδιοργανώτρια του Διεθνούς νεανικού Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος Κορίνθου με τίτλο «Το Αρχαίο Δράμα στην Εκπαίδευση…

15 ώρες ago