Βελτίωση της θέσης της χώρας στην κατάταξη των χωρών που έχουν θεσπίσει κατώτατο μισθό, αλλά κατάρρευση της αγοραστικής του δύναμης των αμοιβών, διαπιστώνει η ΓΣΕΕ λίγες ημέρες πριν την έναρξη της διαδικασίας για την τρίτη κατά σειρά αύξηση του κατώτατου μισθού από την σημερινή κυβέρνηση.

Οι προηγούμενες αυξήσεις κατά 2% και κατά 7,7% ανέβασε κατά πέντε θέσεις τη χώρα μας – από τη 16η στην 11η θέση – ανάμεσα στις 27 χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση τον κατώτατο μισθό.

Ήδη, οι αυξήσεις που χορηγήθηκαν το 2021-22 (9,7%) βελτίωσαν για πρώτη φορά το επίπεδο όσων αμείβονται με τον κατώτατο, και αναμένεται νέα αύξηση τον προσεχή Μάϊο 2023, μετά από διαβούλευση των κοινωνικών εταίρων και της κυβέρνησης. Οι προτάσεις αναμένεται να αποσταλούν τον Ιανουάριο, και σύμφωνα με τους εταίρους θα επιδιωχθεί η κάλυψη του μέσου πληθωρισμού, ενώ οι εργοδοτικές οργανώσεις καλούνται να καλύψουν επιπλέον κομμάτι από την ανάπτυξη.

Αγοραστική δύναμη

Χαρακτηριστική για την εξέλιξη του κατώτατου μισθού είναι η αναφορά της ΓΣΕΕ στην ενδιάμεση έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας για την οικονομία. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι η απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού είναι διαρκής όσο αυξάνεται το επίπεδο τιμών και επομένως θα πρέπει να υπάρξει νέα και σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού το 2023. Παραδέχεται ωστόσο ότι υπήρξε βελτίωση με τις πρόσφατες αυξήσεις και η χώρας βρίσκεται πλέον στην 11η θέση από τη 16η στην οποία βρισκόταν το 2021.

Σύμφωνα με την έρευνα η αγοραστική δύναμη των κατώτατων μισθών καταγράφει απώλεια της τάξεως του 18% το μήνα Απρίλιο (πριν την αύξηση του) εξαιτίας του κύματος ακρίβειας. Απώλεια κατέγραψε και ο μέσος μισθός κατά 9,9% ενώ ο μέσος μισθός μερικής απασχόλησης έχασε το 28% της αγοραστικής του δύναμης.

Επίσης, η προστασία των εργαζομένων στην Ελλάδα από συλλογικές συμβάσεις εργασίας είναι αξιοσημείωτα περιορισμένη. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με σχετική οδηγία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ορίζει ότι  το ποσοστό κάλυψης των εργαζόμενων από συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμβάσεις θα πρέπει να είναι στο 80%, στα κράτη-μέλη. Για να ικανοποιήσει τη δέσμευση αυτή, η Ελλάδα πρέπει να αυξήσει το ποσοστό κάλυψης των συλλογικών συμβάσεων κατά 54,2 ποσοστιαίες μονάδες.