«Συγγνώμη» είπε πριν μπει στο περιπολικό. Κανείς όμως δεν άκουσε την συγγνώμη παρά μόνο η εφημερίδα «Πελοπόννησος» που ήταν πολύ κοντά του. Η «συγγνώμη» του χάθηκε. Την πήρε το αεράκι που έπνεε εκείνη την ώρα και την «έσβησε».
Ο Μανώλης μιλά και δηλώνει κάτι το οποίο ξεπερνά κάθε ανθρώπινη σκέψη. Ο πατέρας του, μετά το φονικό, τον πήρε τηλέφωνο, και τον ρώτησε αν η μάνα του ζει ή αν πέθανε. Τόσο κυνικά.
Κατά τη διάρκεια της προσαγωγής του συζυγοκτόνου υπήρξε ένταση. Αστυνομικοί επέλεξαν να τον βάλουν στο Μέγαρο από πλαϊνή πόρτα. Ετσι όσοι ειχαν συγκεντρωθεί εκεί, κάποιοι γείτονες, γυναίκες με πλακάτ κατά της γυναικοκτονίας, αλλά και ο γιος του, δεν τον είδαν. Ο Μανώλης αντέδρασε. Τα έβαλε με τους αστυνομικούς: «Ηθελα να τον δω. Δεν θα εκανα κάτι, ήθελα να τον δω. Να τον κοιτάξω στα μάτια και να του πω ότι η 8χρονη αδελφή μου, έκλαιγε χθες και μου ζητούσε τη μάνα μας».
Ο Μανώλης δακρύζει, του κάνουμε την ερώτηση για εκείνη την μέρα, ξεροκαταπίνει και συνεχίζει: «Ηρθε σπίτι μεθυσμένος, Εγώ έλειπα. Χτύπησε τη μάνα μου πολύ. Η μάνα μου πήγε στην Αστυνομία και του έκανε πάλι μήνυση. Και οι αστυνομικοί την άφησαν και έφυγε. Ούτε καν περιπολικό δεν διέθεσαν να την φέρει σπίτι. Να ελέγξουν, να δουν τι συμβαίνει. Την άφησαν αβοήθητη. Και ο πατέρας μου την βρήκε να κάθεται στα σκαλιά του σπιτιού και την σκότωσε».
Μία μεγάλη ομάδα γυναικών και παιδιών περίμεναν με πλακάτ έξω από το Δικαστήριο τον συζυγοκτόνο. Είχαν σχηματίσει την λέξη γυναικοκτονία με μεγάλα χάρτινα γράμματα στην είσοδο του κτιρίου. Η 41χρονη Ελεονώρα είχε ενημερώσει πολλές από αυτές για όσα βίωνε. Στη Ζάκυνθο όμως δεν υπάρχει καμία δομή για κακοποιημένες γυναίκες. Ο Μανώλης Μπεκιράι ανησυχεί για τα αδέλφια του. Χθες το μεσημέρι είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρόεδρο του Χαμόγελου του Παιδιού Κώστα Γιαννόπουλο, ο οποίος προσφέρθηκε να βοηθήσει. Ο Μανώλης σκέπτεται ακόμη δύο λύσεις. Την αδελφή της μητέρας του στην Αλβανία ή την γιαγιά που ζει στη Λαμία.